Ήταν 2 Δεκεμβρίου 1923 όταν στην Νέα Υόρκη, ήρθε στον κόσμο η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου από γονείς μετανάστες.
Η μικρούλα, έμελλε να γίνει η απόλυτη ντίβα στο χώρο του λυρικού θεάτρου και η κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνος με τα μοναδικά και αξεπέραστα φωνητικά και υποκριτικά της προσόντα.
Από νωρίς άρχισε να ασχολείται με την μουσική, παίρνοντας τα πρώτα μαθήματα πιάνου-σολφέζ και σε ηλικία 11 ετών κέρδισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό παιδικών φωνών.
Σε ηλικία 14 ετών, εγκαταστάθηκε με τη μητέρα της και τη μεγάλη αδελφή της στην Αθήνα, μετά το διαζύγιο των γονιών της και εγγράφηκε στο Εθνικό Ωδείο και 2 χρόνια αργότερα εγγράφηκε στο Ωδείο Αθηνών στην τάξη τραγουδιού της διάσημης Ελβίρα ντε Ιντάλγκο κοντά στην οποία γνώρισε την υψηλή τεχνική των ρόλων του Ιταλικού ρομαντικού ρεπερτορίου.
Σε ηλικία 17 ετών προσλήφθηκε στην Λυρική Σκηνή του τότε Βασιλικού Θεάτρου και το 1941 πρωτοεμφανίστηκε ως «Βεατρίκη» στην οπερέτα Βοκκάκιος του Σουπέ.
Σε ηλικία 22 ετών, επέστρεψε στη γενέτειρά της, όπου ζούσε ο πατέρας της, για να προωθήσει τη διεθνή της καριέρα, αλλάζοντας το επίθετό της σε Κάλλας. Παρότι έμεινε άνεργη για 2 χρόνια δεν τα παράτησε και μετά από μία επιτυχημένη ακρόαση της ανέθεσαν να τραγουδήσει την «Τζιοκόντα» στην «Αρένα» της Βερόνας, έναν από τους σπουδαιότερους λυρικούς χώρους της Ιταλίας και κατάφερε να κάνει με επιτυχία το πρώτο σημαντικό βήμα της σταδιοδρομίας της.
Δύο χρόνια αργότερα η Κάλλας και σε ηλικία 26 ετών, παντρεύεται τον Βιομήχανο Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι που είχε τα διπλά χρόνια της και με την βοήθειά του «απογειώνει» την καριέρα της και 2 χρόνια αργότερα «κατακτά» την «Σκάλα του Μιλάνου» και 5 χρόνια αργότερα την Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης.
Το καλοκαίρι του 1957 η 34χρονη Κάλλας, εμφανίστηκε στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και γνωρίζει την αποθέωση.
Από το 1958 άρχισε η καθοδική της πορεία. Τον Ιανουάριο στη Ρώμη αποχώρησε με την πρώτη πράξη της Νόρμας του Μπελίνι και αποδοκιμάστηκε από το κοινό και τον Μάιο η «Σκάλα» του Μιλάνου της διέκοψε το συμβόλαιο. Ο Τύπος άρχισε να της επιτίθεται.
Το 1959 στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου στην πρεμιέρα όπερας η Κάλλας γνώρισε τον Αριστοτέλη Ωνάση και οι εμφανίσεις της από το 1960 άρχισαν να αραιώνουν και το 1965 αποσύρθηκε οριστικά από τις λυρικές παραστάσεις το κύκνειο άσμα της ήταν η Νόρμα, που ανέβηκε στο Παρίσι και στην 3η πράξη κατέρρευσε επί σκηνής και μεταφέρθηκε λιπόθυμη στο καμαρίνι της.
Ζητά διαζύγιο από τον σύζυγό της για να παντρευτεί τον Ωνάση, ο οποίος αρνείται να της το δώσει. Το 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι. Πλέον, ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν, κάτι που τελικά δεν συμβαίνει, καθώς τον Ιούλιο του 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται την χήρα του Αμερικανού Προέδρου Τζάκι Κένεντι. Αυτό βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο. Καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες να ξεπεράσει τα προσωπικά της προβλήματα, επανακάμπτοντας στην καλλιτεχνική δράση. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε το 1974 στην πόλη Σαπόρο της Ιαπωνίας.
Έκτοτε, η Μαρία Κάλλας κλείστηκε στο διαμέρισμά της στο Παρίσι και τον εαυτό της.
Η μεγάλη ντίβα έφυγε από τη ζωή το 1977 από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 54 ετών.
Discussion about this post