No Result
View All Result
Προς την έξοδο της πόλης υπήρχαν δυο γέφυρες. Η πρώτη χτισμένη με τούβλα μαυρισμένα από το χρόνο, βρίσκονταν στο σημείο που διασταυρώνονταν τα πέριξ του πλούτου και της ανέχειας. Η δεύτερη γέφυρα η πέτρινη, βρισκόταν πιο μακριά μέσα στον κάμπο αν και πάλι εντός των ορίων της πόλης.
Αυτές οι δυο γέφυρες μιλούσαν από μόνες τους για το παρελθόν τους. Η κάθε προεξοχή τους ήταν λειασμένη από τη φθορά όχι μόνο της πολυκαιρίας αλλά και της τριβής από γενιές ολόκληρες περιπατητών.
Χρόνια πολλά οι σόλες των παπουτσιών πάνω στα πεζούλια τους, καθώς πηγαινοέρχονταν κι αγναντεύοντας σκέφτονταν τις δουλειές τους. Στα πιο σαθρά τούβλα και λιθάρια ακόμη και οι ίσιες επιφάνειες είχαν σχηματίσει λακκούβες από την ίδια κίνηση. Κάθε αρμός της κουπαστής του στηθαίου ήταν βιδωμένος με σιδερένια καρφιά, κι αυτό επειδή δεν ήταν ασυνήθιστο κάποιοι απελπισμένοι να τραβούν τα μαδέρια και να τα πετούν στο ποτάμι σε πείσμα των Αρχών.
Βλέπετε και οι δυο αυτές γέφυρες τραβούσαν σα μαγνήτης όλους τους αποτυχημένους της πόλης. Όσους είχαν αποτύχει σε δουλειές, στην εγκράτεια, στο έγκλημα, στην ζωή γενικότερα. Δεν ήταν ξεκάθαρος ο λόγος για τον οποίο οι κατατρεγμένοι της περιοχής επέλεγαν συνήθως τις γέφυρες για την περισυλλογή τους αντί να καταφύγουν σε οποιοδήποτε άλλο κιγκλίδωμα ή φράχτη ή τοίχο ή υπόγειο.
Υπήρχε μια σαφής ποιοτική διαφορά μεταξύ εκείνων που προτιμούσαν την κοντινή τούβλινη γέφυρα κι αυτών που σύχναζαν στην μακρινή, την πέτρινη.
Οι πιο αδύναμοι χαρακτήρες επέλεγαν την πρώτη που γειτόνευε με την πόλη. Δεν τους απασχολούσαν τα περίεργα βλέμματα των περαστικών. Οι επιτυχίες τους ήταν ανάξιες λόγου και στην πανωλεθρία τους μπορεί να ένιωθαν απογοήτευση μα όχι καμιά ιδιαίτερη ντροπή. Τους έβλεπες να γυροφέρνουν την γέφυρα και αντί να στενάζουν στη σκέψη των δεινών, έλεγαν απλά πως ήταν γκαντέμηδες.
Σε τούτο το «παρακατιανό» μέρος, μέσα από τα ζόρια των πολιτών , μέσα από φασαρίες και κουβεντολόι, υπήρχε μια τάση να φανεί φως με την αλληλοβοήθεια, την ευγένεια καρδιάς, την σκέψη πως ενωμένοι θα βρουν λύσεις, το νερό κυλούσε στα μάτια τους καθάριο, γάργαρο, δροσερό.
Οι miserables που πήγαιναν στην πιο μακρινή γέφυρα ανήκαν σε μια «ευγενέστερη» κατηγορία ανθρώπων.
Σε αυτούς περιλαμβάνονταν επιχειρηματίες, πολιτικοί, ιερατείο κ.α. που είχαν βρεθεί σε δυσχερή θέση, καθώς και όλοι οι ανίκανοι από την τάξη των επαγγελματιών ψευτοαριστοκρατών. Στέκονταν προσηλωμένοι στη ροή του ποταμού. Οι σκέψεις εστίαζαν στο πως μπορούν να «φανούν» μέσα στα ατυχή γεγονότα των ημερών. Τι θα έπρατταν ώστε να βγάλουν «κέρδος» από τις φριχτές εξελίξεις που ταλάνιζαν την πόλη. Ασχολούνταν με την ατομική τους διαφυγή , πιότερο δε με την προβολή τους. Είχαν διάθεση να διαθέτουν, για το κέρδος της υστεροφημίας τους. Και το έκαναν έχοντας στο πλάι τους διάφορους κόλακες, οι οποίοι βέβαια ως μικρόνοες σκέφτονταν το πιθανόν κέρδος κάτω από την στήριξη που παρείχαν σε όλους αυτούς τους miserables.
Οι γέφυρες ήταν διαφορετικές η ποιότητα των θαμώνων- περιπατητών τελείως άλλης φιλοσοφίας, τα αποτελέσματα για τον καθένα μα και όλους εκ διαμέτρου αντίστροφα.
Εν τέλει το ίδιο νερό κυλούσε στο ποτάμι, μόνο που στην γέφυρα του κάμπου η μπόχα το σκουπιδαριό και ένας βόθρος μαζί με τους χοίρους έκαναν την διαφορά…
Να στείλω από εδώ την ευγνωμοσύνη σε όλους-ες που αγωνίζονται για την σταθερότητα και την επάνοδο στην όμορφη καθημερινότητα μας. Δίνουν πολλά με κίνδυνους. Δεν περιμένουν να πάρουν. Αυτούς τιμάμε !..
Οι άλλοι που «διαθέτουν» θα δουν αργότερα την στάση μας, όταν όλα αυτά ξεπεραστούν!
Η περίοδος της λήθης του θα ξεχαστεί, δεν υπάρχει πλέον γιατί, όταν απειλείται η ζωή δεν ξεχνάς αυτούς που σου παραστέκονται αληθινά όμως τους άλλους τους δήθεν ψευτοαριστοκράτες της γέφυρας του κάμπου τους………………………
ΥΓ Υπάρχουν πολλά που γράφονται, ακόμη πιο πολλές οι σκέψεις. Ας στηριχτούμε μεταξύ μας , ας σκεφτόμαστε τις αλλαγές στο είναι μας κι όλα θα πάνε καλά, χωρίς τις διαθέσεις των διατεθέντων!!!
Ο κατά συρροή ονειροπόλος
Δημήτρης Νούλας
No Result
View All Result
Discussion about this post