Το βράδυ της 30ης Μαΐου 1941 με «όπλα» ένα μαχαίρι και ένα φαναράκι, 2 άτομα πλησιάζουν την φρουρούμενη από τους Ναζί, Ακρόπολη.
Η φρουρά της Ακρόπολης ήταν μαζεμένη στην είσοδο των Προπυλαίων και διασκέδαζε με νεαρές Ελληνίδες, που πουλούσαν τον ερωτά τους, πίνοντας μπύρες και μεθοκοπώντας.
Τα 2 άτομα ο φοιτητές Λάκης Σάντας και ο Μανώλης Γλέζος, πήδηξαν τα σύρματα, σύρθηκαν ως τη σπηλιά του Πανδρόσειου Άντρου και άρχισαν να σκαρφαλώνουν από τις σκαλωσιές, που είχαν φτιάξει οι αρχαιολόγοι για τις ανασκαφές. Φθάνοντας στον ιστό της σημαίας, με γρήγορες κινήσεις κατέβασαν το σύμβολο του ναζισμού, μια τεράστια σημαία, διαστάσεων 4×2 μέτρων και απομακρύνθηκαν χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τους Γερμανούς, που συνέχιζαν τη διασκέδασή τους.
Το χιτλερικό σύμβολο που προκαλούσε την Ελληνική υπερηφάνεια κατέβηκε από τον ιστό…
Με έκπληξη η Γερμανική φρουρά αντιλήφθηκε το πρωί ότι η σβάστικα έλειπε από τον ιστό. Οι Γερμανικές Αρχές, διέταξαν ανακρίσεις και αφού ανάρτησαν μια νέα σημαία στον κενό ιστό.
Οι Γλέζος και Σάντας καταδικάσθηκαν ερήμην σε θάνατο, οι άνδρες της φρουράς εκτελέστηκαν, οι Έλληνες διοικητές των Αστυνομικών Τμημάτων της περιοχής απαλλάχθηκαν από τα καθήκοντά τους, ενώ για τους φύλακες της Ακρόπολης δεν προέκυψε κάποιο ενοχοποιητικό στοιχείο.
Η υποστολή της σβάστικας από την Ακρόπολη αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη Αθήνα, μία ενέργεια με συμβολικό χαρακτήρα, αλλά τεράστια απήχηση στο ηθικό των δοκιμαζόμενων Ελλήνων.
Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς ιδρύθηκαν οι 2 μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις ΕΑΜ και ΕΔΕΣ.
Κατά την διάρκεια της Κατοχής, ο Μανώλης Γλέζος συνελήφθη 3 φορές από τους Γερμανούς, φυλακίστηκε και κατόρθωσε να δραπετεύσει, ενώ ο Λάκης Σάντας ξέφυγε από τους διώκτες του και κατετάγη στον ΕΛΑΣ.