Τα ορφανά

Μια φορά και ένα καιρό, ούτε πολύ παλιά μα ούτε και σήμερα, σε μια πολιτεία υπαρκτή ή και ανύπαρκτη, δεν έχει  μεγάλη σημασία αυτό, ζούσε ένας άρχοντας.

Τούτος  ο άρχοντας μεγάλωσε όπως όλοι οι άρχοντες με γαλλικά και πιάνο, μπορεί όμως και αγγλικά. Κάποια στιγμή όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ανέλαβε τις τύχες της πολιτείας.  Δύσκολη δουλειά για πριγκιπόπουλα, αλλά τούτος εδώ είχε μυαλό ένα δράμι πιότερο από τους προηγούμενους .

Σκέφτηκε λοιπόν πως για να έχω καλύτερη απόδοση, καλύτερα αποτελέσματα και βέβαια το γάιδαρο μου δεμένο, απαραίτητο να επιλέξω δίπλα μου πρόσωπα που θα ελέγχω, θα μου κάνουν τη δουλειά, θα είναι εξ απορρήτων βρε αδελφέ.  Έτσι πήρε κοντά του αρκετά ορφανά που  είχαν ανάγκη  και έπιναν νερό στο brandname του.

Μοίρασε στα ορφανά, καρέκλες και αρμοδιότητες. Άλλος ήταν υπεύθυνος για να καθαρίζει αυγά. Άλλος για να φτιάχνει κουλουράκια με τα δυο χεράκια. Άλλη για να καλλωπίζει την κώμη της.

Για να μην υπερβάλω σε κάθε πόστο είχε και κάποιο ορφανό. Βέβαια τα ορφανά δεν  δρούσαν ανεξάρτητα. Έπαιρναν οδηγίες και έδιναν ραπόρτο στο κολλητάρι του άρχοντος.  Τούτος ήταν ο άγνωστος Χ. Κανείς δεν τον γνώριζε. Κάτι σε πρόσωπο ομίχλη.  Όλα τα γνώριζε όμως. Τίποτε δεν του ξέφευγε. Και όταν κάποιο δύσμοιρο ορφανό κάπου- κάπου  έκανε την λωποδυσιά του, κατέφθανε ο κέρβερος Χ και του έκανε παπαρούνα τον πισινούλη!

Έτσι λοιπόν στην  όμορφη πολιτεία η ζωή κυλούσε τόσο καλά που κάπου ο άρχοντας άρχισε να βαριέται αυτή την ρουτίνα. Δεν του έκανε κέφι πλέον.  Μια καθημερινότητα  χωρίς ενδιαφέρον, αφού και οι πολίτες  έμπαιναν κι έβγαιναν στο μαντρί τρώγοντας το σανό τους!!

Ένα βράδυ τον επισκέφτηκε η συμβία του που είχε άλλα σχέδια. Και όπως κάθε γυναίκα κάνει αυτό που θέλει… τον έπεισε να αλλάξει ρότα και να γίνει κυβερνήτης μεγαλύτερης πολιτείας και κάπου αλλού, όχι στο ίδιο μέρος. Να κολλήσει ένσημα σε άλλη γη σε άλλα μέρη. Να κάνει βρε παιδί μου μια διαδοχική ασφάλιση για το καλό της κοινωνίας βεβαίως-βεβαίως.

Βασανιζόταν όμως και από την σκέψη τι θα γίνει η μικρή του πολιτεία. Σε ποια χέρια θα την άφηνε; Το δαχτυλίδι ποιος θα το κληρονομούσε;  Δεν είχε και κληρονόμο!!…

Αποφάσισε να μαζέψει τα ορφανά του. Τους ενημέρωσε επίσημα για την απόφαση του να απομακρυνθεί  από τον θώκο του.

Πονηρά βλέμματα και κρυφά χαμόγελα διαφαίνονταν στους καθρέφτες  του αρχοντικού.

Μια δοκιμασία ανακοίνωσε πως θα τους βάλει…………« Όποιος-α καταφέρει να βρει ποια θα είναι η επόμενη στάση  του άρχοντα, θα πάρει τη θέση του».

Τα ορφανά σάστισαν! Περίμεναν κάτι άλλο πιο ενδιαφέρον. Για παράδειγμα να αποδείξουν την ικανότητα τους στην διοίκηση ή κάτι άλλο παρεμφερές. Αυτό όμως κομματάκι χαζούλικο το βρήκαν. Αρκετά από τα ορφανά πήραν το λόγο κι είπαν πως αποσύρονται από την διαδικασία του «διαγωνισμού» γιατί κλείνουν με αυτό τον τρόπο και αυτοί τον κύκλο τους.  Οι πλείστοι  όμως  ξεκίνησαν το μαντικό κυνήγι!

Χαμός γινόταν!  Αντί να προσπαθούν  να βρουν τον  επόμενο πόθο  του άρχοντα, διέβαλλαν ο ένας τον άλλο. Κατηγόριες να δείτε, σπιουνιές, πισώπλατα μαχαιρώματα, γαλιφιές, γλειψίματα και όλα τα άριστα που κοσμούν το κυνήγι της εξουσίας.

Βγήκαν άπλυτα στην φόρα, καταχρήσεις, δολοπλοκίες, όλα μα όλα βγήκαν προς τα έξω.  Τα μέσα ενημέρωσης έτριβαν τα χέρια τους. Είχαν  πλούτο μπροστά τους. Και το κυριότερο δε τα αλίευαν. Οι χάνοι τα ορφανά τους τα έδιναν έτοιμα!

Ένας μήνας πέρασε και ο άρχοντας κάλεσε συνέλευση του λαού για να πει την απόφαση του.

Η απόφαση που πήρε ήταν να ξαποστείλει όλα τα ανίκανα και ανάξια ορφανά που καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη του και πρόδωσαν την αγάπη του.  Έτσι τα ορφανά προδότες όπως τα αποκάλεσε, έγιναν περίγελος των πολιτών με την οργή να ξεχειλίζει τόσο, που αναγκάστηκαν να εξαφανιστούν από την πολιτεία…..

Και ο άρχοντας  τελικά έφυγε για αλλού αφήνοντας την πολιτεία του ακέφαλη….

Το αποτέλεσμα οι εναπομείναντες άχρηστοι  να την καταστρέψουν  και να την οδηγήσουν στον αφανισμό!…

Και έζησαν αυτοί χάλια και εμείς  χειρότερα!

ΥΓ1: Το κείμενο να  βγει ξανά από το σεντούκι των αρχείων , μετά από κάποια τέρμινα…

ΥΓ2: Αναμένονται μαντεψιές στο «Πάμε στοίχημα»…

Ο κατά συρροή ονειροπόλος

Δημήτρης Νούλας