Ήταν 14 Νοεμβρίου 1896 και η ημέρα δεν ξεκίνησε καλά για την Αθήνα και τον Πειραιά.
Ανήμερα της εορτής του Απόστολου Φιλίππου, έμελε να γραφτεί μια τραγωδία εξαιτίας έντονης βροχόπτωσης που έμεινε στην ιστορία ως «πλημμύρα του Φιλίππου», προκαλώντας τον θάνατο 61 ανθρώπων και τεράστιες υλικές καταστροφές.
Από τις πρώτες πρωινές ώρες έβρεχε καταρρακτωδώς και υπήρχε η αίσθηση ότι κάτι κακό θα συνέβαινε. Η Αθήνα ήταν ανοχύρωτη πόλη, όσον αφορά στα έργα υποδομής με δρόμους χωμάτινους, μικρά πρόχειρα κατασκευασμένα σπίτια, ανύπαρκτο αποχετευτικό δίκτυο, ενώ ο Κηφισός και ο Ιλισσός ήταν ακόμη «ασκεπή» και μια διαρκής απειλή σε περίπτωση έντονης βροχόπτωσης.
Ήδη από το μεσημέρι, πολλοί δρόμοι είχαν καταστεί …χείμαρροι, γεφύρια είχαν καταρρεύσει, μάντρες είχαν καταπέσει, σπίτια είχαν πλημμυρίσει και οι πρώτες πληροφορίες για νεκρούς έκαναν τον γύρο της Αθήνας.
Η γέφυρα του Παναθηναϊκού Σταδίου κατέρρευσε από τα ορμητικά νερά του ποταμού και ανάμεσα στα φερτά υλικά που κατέβαζε μπορούσε κανείς να διακρίνει πτώματα ανθρώπων και ζώων.
Λόγω της πλημμύρας ανατράπηκε η ατμομηχανή της αμαξοστοιχίας που ερχόταν από την Πάτρα, με αποτέλεσμα να καταπλακωθεί ο μηχανικός και να τραυματισθεί βαριά ο θερμαστής.
Η Αθήνα αποκόπηκε, όχι μόνο από την υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά και από τον Πειραιά και η συγκοινωνία για κάποιες ημέρες γινόταν δια θαλάσσης.
Ο Πειραιάς υπέστη μεγάλες καταστροφές.
Οι νεκροί έφθασαν τους 40 στις διάφορες συνοικίες του, ενώ κατέρρευσαν τουλάχιστον 450 σπίτια. Η πόλη για δύο ημέρες φωτιζόταν από τα ηλεκτρικά των πλοίων.