One Love Peace Concert

179892_A_2

Ήταν 22 Απριλίου 1978 και στην πρωτεύουσα Κίνγκστον της Τζαμάικα, πραγματοποιείται συναυλία κατά των πολιτικών παθών με την συμμετοχή μεγάλων ονομάτων της μουσικής ρέγκε με επικεφαλής τον Μπομπ Μάρλεϊ.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 η Τζαμάϊκα, βρισκόταν στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου.

Η οικονομία πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και η ανεργία εκτοξευόταν στα ύψη. Η υψηλή εγκληματικότητα υπονόμευε την τουριστική εικόνα της χώρας.

Οι 2 μεγάλοι πολιτικοί σχηματισμοί του νησιού δεν έπαιζαν με καθαρούς όρους το πολιτικό παιγνίδι. Διατηρούσαν στρατούς οπλοφόρων από τα γκέτο των μαύρων για να λύνουν τις πολιτικές τους διαφορές. Κανένας πολίτης της χώρας δεν βρισκόταν στο απυρόβλητο, ούτε και ο Μπομπ Μάρλεϊ, η μεγαλύτερη προσωπικότητα που ανέδειξε το νησί αυτό της Καραϊβικής και έπεσε θύμα δολοφονικής επίθεσης, επειδή απλά θα συμμετείχε στη συναυλία «Smile Jamaica» που διοργάνωνε το Υπουργείο Πολιτισμού. Ευτυχώς, τραυματίστηκε ελαφρά στον ώμο και το στήθος και 2 μέρες αργότερα, έδωσε κανονικά «το παρών» στη συναυλία. Στη συνέχεια, πήρε την απόφαση να μεταναστεύσει στην Αγγλία, επειδή το κλίμα ήταν βαρύ για αυτόν.

Οι πιστολάδες των δύο κομμάτων έγιναν οι κυρίαρχοι του πολιτικού παιγνιδιού.

Στις αρχές του 1978 η κατάσταση είχε φθάσει στο απροχώρητο. Και την πρωτοβουλία για την έξοδο από την κρίση πήραν οι ίδιοι οι πιστολάδες, με όπλο τους αυτή την φορά τη μουσική και αποφάσισαν να διοργανώσουν μία συναυλία με διπλό σκοπό. Να μαζέψουν χρήματα για την στέγαση των φτωχών και να στείλουν μήνυμα για την εθνική συμφιλίωση.

Έπεισαν τον Μπομπ Μάρλεϊ να ηγηθεί της συναυλίας. Αυτός έθεσε έναν όρο. Η συναυλία να γίνει στις 22 Απριλίου 1978, επέτειο των 12 χρόνων από την επίσκεψη του Χαϊλέ Σελασιέ στην Τζαμάικα.

Στην συναυλία, 32.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν για να την παρακολουθήσουν και είχε ως τίτλο «One Love Peace Concert».

Προτελευταίος ανέβηκε στη σκηνή ο Πίτερ Τος, παλιός συνεργάτης του Μάρλεϊ.

Απευθύνθηκε με οξείς χαρακτηρισμούς στους παρόντες πολιτικούς ηγέτες και προκάλεσε την αστυνομία, καπνίζοντας δημοσίως μαριχουάνα, ενέργεια που επιδοκιμάστηκε από το πλήθος. Μήνες αργότερα, η αστυνομία θα πάρει την εκδίκησή της, θα τον συλλάβει και θα τον ξυλοκοπήσει.

Αντίθετα, ο Μάρλεϊ ήταν ήρεμος και συμφιλιωτικός. Βρισκόταν σε διαρκή έκσταση, χορεύοντας και τραγουδώντας για την ειρήνη, την αγάπη, την ενότητα.

Κατά την διάρκεια της ερμηνείας του τραγουδιού «Jammin», ζήτησε από τους 2 ηγέτες να ανέβουν στη σκηνή. Αυτοί το έπραξαν απρόθυμα, αλλά με την προτροπή του Μάρλεϊ έδωσαν τα χέρια.

Ήταν μια κίνηση συμβολική, γεμάτη ουσία για το μέλλον. Η βία που κυριαρχούσε στο πολιτικό σκηνικό και τους δρόμους του Κίνγκστον άρχισε να υποχωρεί σταδιακά. Όμως, η προσωπική κόντρα μεταξύ των 2 πολιτικών συνεχιζόταν.

Συναντήθηκαν ξανά το 1981 πάνω από το φέρετρο του Μπομπ Μάρλεϊ και ο έστω και νεκρός, κατόρθωσε να τους φέρει και πάλι μαζί.

Ο διεθνής τύπος της εποχής ασχολήθηκε εκτενώς με την συναυλία, η οποία αποκλήθηκε με μια δόση ειρωνείας «Γούνστοκ του Τρίτου Κόσμου».

Πριν από λίγα χρόνια, όμως, σε μια δημοσκόπηση ειδικών, κατετάγη στην 6η θέση της λίστας με τις καλύτερες ροκ συναυλίες όλων των εποχών.