Οι 33 ώρες…

Τα τελευταία χρόνια τις μέρες της Πασχαλιάς, γεμίζει το περιβόλι του μυαλού με μυρωδάτους καρπούς, με ερωτεύσιμα άνθη, από τις αναμνήσεις.

Βάζει το χεράκι της και η ηλικία, που όσο μεγαλώνεις τόσο σου βγαίνει  το παρελθόν.

Φαίνεται πως στις μέρες τούτες, τα βιώματα δεν μας αρέσουν, βγάζοντας στον αφρό το παρελθόν ειδικά το παιδικό. Εκείνο που μας  τρέχει στην αυλή του Αγίου Κωνσταντίνου να κόβουμε το Σάββατο του Λαζάρου την δάφνη που την Κυριακή θα μοσχοβολούσε σε κάθε σπίτι ,αν και στο τέλος έβαζε την πινελιά της στη φακή ή καμιά φορά και σε κάνα στιφάδο.

Ήταν εκείνες οι Μεγάλες μέρες που όντως οι ώρες ήταν περισσότερες, ή μάλλον πιο γεμάτες, γιατί ξεφεύγαμε από τα τετριμμένα και τις γεμίζαμε όχι με παιχνίδι μόνο των διακοπών, αλλά και με δουλειές (λέμε τώρα) βοήθειας στο σπίτι ή στην Εκκλησιά μας, λαμποκοπώντας τα μανουάλια με τα εξαπτέρυγα, για να δείξουμε  στον παθόντα Χριστό πως προσπαθούμε να απαλύνουμε τον πόνο του, πως έχουμε σεβασμό απέναντι του και  λίγο μαρτυρούμε μαζί του, ειδικά όταν περνούσαμε το κατώφλι του νυμφώνα για να λαμπρύνει η ψυχούλα μας.

Και ερχόταν η Μεγάλη Πέμπτη που πιάναμε  από νωρίς το ιερό για να διαβάσουμε μαζί με τον παπά Κώστα και τον παπά Δημήτρη τα 12 Ευαγγέλια.

Δεν καταλαβαίναμε γιατί ήταν 12 κι όχι 11 ή 10. Μας συνέπαιρναν όμως τα παθήματα του Χριστού μέσα από τα μικρά εκείνα βιβλιαράκια που φυλλομετρούσαμε τις σελίδες, κάποιες φορές βαριεστημένα, γιατί κουραζόμασταν από το πολύ « Κύριε Ελέησον».

Βέβαια για μας ο Γολγοθάς ήταν μετά…. Τρέχαμε σε σπίτια και μαζεύαμε πυξάρι μέσα στην σιγή της σταυρικής βραδιάς. Και οι νοικοκύρηδες μας περίμεναν για να μας πουν που ακριβώς να κόψουμε μην το κουρέψουμε κιόλας σαν γλόμπο.

Γυρνούσαμε στην Εκκλησιά και ο κόσμος είχε γεμίζει λουλούδια το χώρο του σταυρού για να στολίσουν το νεκροκρέβατο του γλυκύτατου Ιησού. Εμείς χαιρόμασταν που είμαστε μέρος της όλης διαδικασίας Αποκαθήλωσης του Χριστού, ενός Χριστού που σήμερα τον ρίξαμε στην αμφιβολία των 33 ωρών.

Και όταν ο Θεός ξημέρωνε την μέρα της Μεγάλης Παρασκευής, καμαρώναμε τον Επιτάφιο στολισμένο και από το δικό μας χέρι, με τρόπο σαν να χαϊδεύαμε την πονεμένη σάρκα του Θεούλη.

Και δώστου να χτυπάμε με δύναμη την πένθιμη καμπάνα για να διαλαλήσουμε την ταφή του Σωτήρα μας. Κι όσο ο πένθιμος ήχος δονούσε την ατμόσφαιρα, τόσο εμείς χαμογελούσαμε βλέποντας ψηλά από το καμπαναριό, ότι έρχεται το φως της Λαμπρής. Το δε βράδυ η μυρωδιά του γιασεμιού δεν καταλαβαίναμε πως ενώνονταν με το «ω γλυκύ μου έαρ». Μάλλον για θαύμα λέγαμε πως είναι….

Έφτανε και η μία των Σαββάτων η χαρμόσυνη μέρα της εορτής των εορτών. Το πανηγύρι της ζωής και του φωτός απέναντι στο θάνατο και το σκοτάδι!…. Αναπήδαγε το φυλλοκάρδι μας στην χαρά της Ανάστασης. Το Άγιο Φως διαφορετικό από τα άλλα φώτα. Το κόκκινο αυγό ήταν βραβείο κατά του Άδη. Το Χριστός Ανέστη η προσμονή για ένα καλύτερο αύριο για όλους μας. Το φιλί της αγάπης ουσία ζωής. Το λιβάνι χρυσάφι αναστάσιμο!

Και όλα αυτά γινόντουσαν μέσα σε 33 ώρες, αυτές τις ώρες που διαβάζω σήμερα ότι ερίζουν οι διάφοροι ειδικοί της θεολογίας….

Άραγε ο Χριστός έχει ανάγκη τον πεπερασμένο χρόνο που εμείς ορίσαμε;  Άραγε οι αναμνήσεις ενός μεσήλικα μπορούν να υπάρχουν σε συνέχεια των σημερινών παιδιών όταν ενηλικιωθούν;

Καλή Ανάσταση πέρα από χρόνους, ορίζοντες και πάθη!

Ο κατά συρροή ονειροπόλος

Δημήτρης Νούλας