Ο Ελληνικός … «Τιτανικός»

Το ημερολόγιο έδειχνε 26 Σεπτεμβρίου 2000 όταν το επιβατηγό-οχηματαγωγό πλοίο «Εξπρές Σάμινα» προσκρούει με ταχύτητα 18 κόμβων λίγο μετά τις 10 το βράδυ, στις βραχονησίδες «Πόρτες» της Πάρου και μέσα σε 25 λεπτά βυθίζεται.

Από τους 533 επιβάτες του (61 άτομα πλήρωμα), οι 81 δεν καταφέρνουν να βγουν στην στεριά και πνίγονται.

Το μοιραίο πλοίο, στις 31 Δεκεμβρίου 2001 θα συμπλήρωνε 35 χρόνια «ζωής» και σύμφωνα με την κείμενη Νομοθεσία θα έπρεπε να αποσυρθεί.

Αρχικά το περιστατικό στο θάλαμο επιχειρήσεων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας δεν εμπνέει ανησυχία, παρά την εικόνα που έδιναν οι επιβαίνοντες, επικοινωνώντας μέσω κινητών τηλεφώνων με τηλεοπτικούς σταθμούς όπου φαίνονταν ο πανικός στους επιβαίνοντες λόγω της συσκότισης που προκλήθηκε στο πλοίο από ηλεκτρική βλάβη καθώς δεν λειτούργησε ούτε η εφεδρική ηλεκτρογεννήτρια εκτάκτου ανάγκης και πολλούς επιβάτες να πηδούν στην θάλασσα.

Μετά από αρκετή ώρα το Λιμεναρχείο Πάρου, διατάσσει όλα τα παραπλέοντα σκάφη να σπεύσουν στον τόπο του ναυαγίου και αρχίζει επιχείρηση διάσωσης με επιβαίνοντες του μοιραίου πλοίου, ενώ ο Λιμενάρχης Πάρου, Δημήτρης Μάλαμας, χάνει την ζωή του το ίδιο βράδυ από το άγχος και την πίεση κατά την διάρκεια της επιχείρησης για την διάσωση των ναυαγών.

Ο 55χρονος Εφοπλιστής, Αντιπρόεδρος-Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου που άνηκε το πλοίο Παντελής Σφηνιάς μη αντέχοντας το βάρος της τραγωδίας και της πίεσης που του ασκήθηκε έδωσε τέλος στη ζωή του το πρωί της 29ης Νοεμβρίου του 2000 πέφτοντας από τον 6ο όροφο του κτιρίου της εταιρείας στον Πειραιά.

Έπειτα από 12μηνη έρευνα, οι διορισμένοι πραγματογνώμονες παρέδωσαν στον Ειδικό Εφέτη Ανακριτή την έκθεσή τους, αναδεικνύοντας ανεπαρκείς χειρισμούς του πληρώματος πριν και μετά την πρόσκρουση.

Στο πλοίο είχαν διενεργηθεί ύστερα από καταγγελίες του ΑΒ’ Μηχανικού, Αναστάσιου Σορόκα, 2 έκτακτες επιθεωρήσεις, μία στις 21 Σεπτεμβρίου του 2000 και άλλη μια στις 26 του ίδιου μήνα από τους επιθεωρητές, λίγες ώρες πριν το πλοίο βυθιστεί.

Ο Αναστάσιος Σορόκας, υπήρξε Μέλος του πληρώματος ως τις 19 Σεπτεμβρίου και παραιτήθηκε υποστηρίζοντας ότι το πλοίο ήταν αναξιόπλοο,

Κατά την διάρκεια του πρώτου ελέγχου, οι Επιθεωρητές δεν βρήκαν κάποιο πρόβλημα στο οχηματαγωγό, όπως και στον επανέλεγχο και το πλοίο απέπλευσε από τον Πειραιά για το μοιραίο ταξίδι του.

Η δίκη για το ναυάγιο του «Εξπρές Σάμινα» άρχισε στις 27 Μαΐου του 2005 στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πειραιώς και στις 27 Φεβρουαρίου του 2006 βγήκε η ετυμηγορία.

Το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πλοίο ήταν αξιόπλοο, ότι οι βάρκες ήταν σε καλή κατάσταση και ότι η πρόσκρουση οφειλόταν σε κακή διακυβέρνηση κυρίως από τον Υποπλοίαρχο, ενώ η γρήγορη βύθιση αποδόθηκε στο γεγονός ότι δεν ήταν κλειστές οι υδατοστεγείς θύρες.

Επιβλήθηκαν πρωτόδικες ποινές που αργότερα μειώθηκαν στον Πλοίαρχο, τον Υποπλοίαρχο, τον Ύπαρχο, στον Α’ Μηχανικό, στον Ασυρματιστή, στον  Διευθύνοντα Σύμβουλο και στον Πρόεδρος της τότε πλοιοκτήτριας εταιρίας.