O οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P επιβεβαίωσε την αξιολόγησή του για το αξιόχρεο της Ελλάδας σε B+/B’ με θετική προοπτική, προβλέποντας για την επόμενη 3ετία υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξή της από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Ο οίκος προβλέπει ότι η Ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με μέσο ρυθμό 2,4% την περίοδο 2019-2022, καθώς ενισχύεται η εγχώρια ζήτηση και συνεχίζεται η εύρωστη επίδοση των εξαγωγών. «Παρά το μεγάλο δημόσιο χρέος, η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο πλεονεκτικά προφίλ χρέους από όλες τις χώρες που αξιολογούμε, σε όρους ωρίμανσης και μέσης δαπάνης για τόκους», σημειώνει ο οίκος σε ανακοίνωσή του, προσθέτοντας ότι μία ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη θα μπορούσε να προκύψει από πρόσθετες μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών της οικονομίας καθώς και στον τραπεζικό τομέα.
Ο S&P τονίζει ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας που κατέχουν ιδιώτες είναι μικρότερο από το 20% του συνολικού χρέους ή λιγότερο από 40% του ΑΕΠ της χώρας. Η τελευταία δόση από το πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) παρείχε ένα μεγάλου μεγέθους ταμειακό «μαξιλάρι» στην Ελλάδα, «το οποίο εκτιμούμε ότι θα καλύψει την εξυπηρέτηση του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης έως το 2022», σημειώνει και προσθέτει: «Προβλέπουμε ότι το χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειώνεται από το 2019» με τη βοήθεια της ενίσχυσης του ρυθμού αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ.
Ο οίκος τονίζει ότι «οι προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας μετά την έξοδό της από το πρόγραμμα είναι θετικές, ενώ σημειώνει ότι ο ρυθμός περαιτέρω οικονομικών μεταρρυθμίσεων μπορεί να επηρεασθεί αρνητικά από πιθανές πολιτικές κινήσεις κατά την διάρκεια του 2019 που είναι εκλογικό έτος» και εκτιμά « η αύξηση της απασχόλησης θα συνεχίσει να είναι ισχυρή. «Προβλέπουμε αύξηση πάνω από 2% ετησίως έως το 2022, ενώ η αδυναμία των Ελληνικών τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την οικονομία επηρεάζει αρνητικά την ισχύ της ανάκαμψης».