Δήλωναν αθώοι μέχρι την τελευταία στιγμή…

Το ημερολόγιο, έδειχνε 23 Αυγούστου 1927 και 2 Ιταλοί αναρχικοί, μετανάστες στις ΗΠΑ καταδικάζονται σε θάνατο για ληστεία μετά φόνου και εκτελούνται.

Ο 36χρονος Νίκολα Σάκο τσαγκάρης και νυχτοφύλακας και ο 39χρονος Μπαρτολομέο Βαντσέτι ψαράς συνελήφθησαν τον Μάϊο του1920 και κατηγορήθηκαν ότι λίγες ημέρες νωρίτερα, είχαν δολοφονήσει τον ταμία εργοστασίου υποδηματοποιίας και τον σωματοφύλακά του, με σκοπό να αποσπάσουν τα χρήματα της μισθοδοσίας.

Κατά την στιγμή της σύλληψής τους βρέθηκαν πάνω τους αναρχικά φυλλάδια και δύο πιστόλια. Και οι δύο τους αρνήθηκαν κατηγορηματικά ότι συμμετείχαν στην ληστεία.

Η δίκη τους, τελέστηκε ενώπιον του Ανωτέρου Δικαστηρίου και καταδικάστηκαν σε κάθειρξη 15 ετών.

Στις 21 Μαϊου 1921 οδηγήθηκαν και πάλι στο δικαστήριο για να αντιμετωπίσουν την κατηγορία για τους 2 φόνους που επέσυρε την ποινή του θανάτου. Η απόφαση των ενόρκων εκδόθηκε στις 21 Ιουλίου και τους επέβαλε την εσχάτη των ποινών.

Αμέσως ξεκίνησε ένα διεθνές κύμα υπεράσπισης των 2 μελλοθάνατων, με προεξάρχουσα την Αριστερά. Πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν την αίσθηση ότι η ποινική διαδικασία δεν ήταν αμερόληπτη και ότι οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν μάλλον για τις ριζοσπαστικές τους ιδέες παρά ως δράστες του φόνου. Κάθε προσπάθεια για επανάληψη της δίκης απέτυχε.

Τον Νοέμβρη του 1925, η υπόθεση πήρε απρόσμενη τροπή, όταν κατηγορούμενος για φόνο, ο Σελεστίνο Μεντέιρος, ομολόγησε ότι είχε συμμετάσχει στην ληστεία, την οποία είχε διαπράξει η συμμορία του Τζο Μορέλι. Όμως, το Ανώτατο Πολιτειακό Δικαστήριο της Μασαχουσέτης αρνήθηκε να διατάξει την επανάληψη της δίκης, λόγω προκυψάντων νέων στοιχείων, επειδή την σχετική αρμοδιότητα είχε μόνο ο δικαστής που προήδρευσε της δίκης.

Επενέβη, ο Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης Άλβαν Φούλερ, ο οποίος διόρισε μιαν ανεξάρτητη 3μελή Επιτροπή για να εξετάσει την υπόθεση, επειδή είχαν διατυπωθεί ευθέως κατηγορίες για κακοδικία κατά του δικαστή Γουέμπστερ Θάγερ, γνωστού στην περιφέρειά του για τα αντικομουνιστικά του αισθήματα, που δεν δίσταζε να τα εκφράζει ακόμη και μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου

Τον Αύγουστο 1927, ο Φούλερ αρνήθηκε να ασκήσει την εξουσία του για απονομή χάριτος στους 2  μελλοθανάτους, ευθυγραμμιζόμενος με την κρίση της συμβουλευτικής Επιτροπής ότι ο Σάκο και Βαντσέτι είχαν τύχει μιας δίκαιης δίκης.

Οι ογκώδεις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίες και οι διεθνείς εκκλήσεις για την μη εκτέλεση της θανατικής ποινής δεν έφεραν αποτέλεσμα και ο Νίκολα Σάκο και ο Μπαρτολομέο Βαντσέτι εκτελέστηκαν, επιμένοντας ως το τέλος για την αθωότητά τους.

Η συζήτηση της υπόθεσης τόσο σε νομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο συνεχίστηκε για πολλά χρόνια. Τον Απρίλιο του 1959, το νομοθετικό σώμα της Μασαχουσέτης απέρριψε πρόταση του βουλευτή Αλεξάντερ Σέλα να συστήσουν στον Κυβερνήτη Πολιτείας να προβεί σε αναδρομική απονομή χάριτος στους Σάκο και Βαντσέτι.

Στις 23 Αυγούστου 1977, ο Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης και μετέπειτα υποψήφιος για την Προεδρία των ΗΠΑ Μάικλ Δουκάκης, κατόπιν εισήγησης της Νομικής Υπηρεσίας της Πολιτείας, εξέδωσε διακήρυξη με την οποία με την οποία αποκατέστησε μετά θάνατον τους Σάκο και Βαντσέτι…