No Result
View All Result
Το ημερολόγιο έδειχνε 7 Ιουλίου 1936 και στα Ανώγια Ρεθύμνου της Κρήτης, γεννιόταν ο Νίκος Ξυλούρης.
Σε ηλικία μόλις 5 ετών βίωσε την καταστροφή του χωριού του από τους Ναζί και έγινε Πρόσφυγας με εγκατάσταση στην κοιλάδα του Μυλοποτάμου μέχρι την ηλικία των 8 ετών που υπήρξε η επιστροφή στο χωριό μετά την απελευθέρωση.
Χρόνια μέσα στην φτώχεια και από ηλικία 10 ετών «σφηνωμένη» στο μυαλό του η εικόνα συγγενή του να παίζει λύρα…
Ο δάσκαλός του στο Σχολείο, «βλέπει» το ταλέντο του μικρού και συμβάλει στο να καμφθούν οι αντιρρήσεις του πατέρα του μαθητή και έτσι να αποκτήσει ο μικρός Νίκος την πρώτη του λύρα…
Σταματά το σχολείο στην Γ’ Δημοτικού και μετά από 1,5 χρόνο μαθητείας δίπλα στον λυράρη Λεωνίδα Κλάδο, ξεκινά να βγάλει το ψωμί του παίζοντας σε γάμους, βαφτίσια και γιορτές, σε όλη την Κρήτη.
Σε ηλικία 17 ετών αφήνει το χωριό του, για να εγκατασταθεί στο Ηράκλειο. Πιάνει δουλειά στο κέντρο «Κάστρο» και με τα λεφτά που παίρνει πληρώνει ίσα -ίσα το ενοίκιο για την κάμαρά του.
Οι καλοί φίλοι που έχει αποκτήσει στο Ηράκλειο τον βοηθούν, οργανώνοντας γλέντια, και το όνομά του αρχίζει σιγά – σιγά να γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό.
Σκοπός του είναι να μάθει ο κόσμος τα τραγούδια της Κρήτης έξω από τα σύνορά της.
Το Νοέμβριο του 1958 ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο υπό τον τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά» και ο δίσκος γνωρίζει επιτυχία και η εταιρία του τον βοηθάει να κάνει κι άλλους, βγάζοντάς τον από τις δύσκολες μέρες.
Λίγους μήνες νωρίτερα βλέπει την Ουρανία Μελαμπιανάκη, γόνο αριστοκρατικής οικογενείας, και την ερωτεύεται και της κάνει καντάδα κάθε βράδυ κάτω από το παράθυρό της, χωρίς στην πραγματικότητα να έχουν μιλήσει ποτέ…
Η ταξική τους διαφορά θα τους αναγκάσει να κλεφτούν και να παντρευτούν κρυφά και να αποκτήσει 2 παιδιά.
Το 1966 το κράτος επιλέγει και στέλνει τον Νίκο Ξυλούρη σε διαγωνισμό δημοτικής μουσικής στο Σαν Ρέμο της Ιταλίας και εκεί παίρνει το 1ο βραβείο για την ερμηνεία του στο συρτάκι που έπαιξε με την λύρα. Ο διάσημος για την Κρήτη λυράρης, πλέον γίνεται γνωστός σε όλη την Ελλάδα.
Τον Απρίλιο του 1969 ο Νίκος Ξυλούρης κάνει την πρώτη δοκιμαστική εμφάνισή του στην Αθήνα, στο κέντρο «Κονάκι», και ο κόσμος τον αποθεώνει. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου αποφασίζει να εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα.
Γνωρίζεται με τον μουσικοσυνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο και προκύπτει ο δίσκος – αναφορά στα «Ριζίτικα» της Κρήτης, για τον οποίο βραβεύεται από την Γαλλική Ακαδημία Σαρλ Κρος.
Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, η φωνή του Ξυλούρη, είτε λέει τα τραγούδια του Μαρκόπουλου, είτε παραδοσιακά τραγούδια της Κρήτης, γίνεται σημαία αντίστασης…
Τα μεταπολιτευτικά χρόνια τραγουδά κάποια ακόμα τραγούδια και η φωνή του ακούγεται και πάλι έντονα.
Το 1979 η καριέρα του βρίσκεται στο απόγειό της, αλλά ο ίδιος υποφέρει από έντονους πόνους στο κεφάλι και στο θώρακα. Ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη και εισάγεται για εξετάσεις στο «Memorial Hospital», όπου διαπιστώνεται ότι πάσχει από καρκίνο. Έπειτα από πολλαπλές εγχειρήσεις επιστρέφει στο σπίτι ενός φίλου του στο Πόρτο Ράφτη και προσπαθεί να νικήσει την επάρατο νόσο.
Μπαίνει στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιώς για νέες εξετάσεις. Την επόμενη μέρα, όμως, η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται και πέφτει σε κώμα. Οι γιατροί κάνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να τον κρατήσουν στη ζωή, αλλά όλα είναι μάταια. Τα χαράματα της Παρασκευής 8 Φεβρουαρίου 1980 και σε ηλικία 44 ετών, φεύγει από την ζωή και το τραγούδι που κάποτε τραγούδησε βγήκε αληθινό…
«Μια μέρα, μια Παρασκευή, θα πέσω να πεθάνω»…
Χιλιάδες κόσμου, επώνυμοι κι ανώνυμοι, αποχαιρετούν τον «Αρχάγγελο της Κρήτη» με δάκρια στα μάτια και τραγουδούν: «Έβαλε ο Θεός σημάδι παλικάρι στα Σφακιά και ο πατέρας του στον Άδη άκουσε μια τουφεκιά»…
No Result
View All Result
Discussion about this post